Ανάλωση κατά προτίμηση ή μήπως όχι; |
Γράφει η Κωνσταντίνα Μπαλάσκα, Για ποιόν καταναλωτή χτυπάει η καμπάνα; Οι καταναλωτές διαβάζουν τις ετικέτες των τροφίμων; Ο κάθε καταναλωτής αγοράζει κατά προτίμηση, αλλά μήπως θα ήταν χρήσιμο πριν αναλώσει κανείς ένα τρόφιμο να διαβάσει την ετικέτα του τροφίμου αυτού; Όχι για άλλο λόγο, αλλά πρόκειται για την υγεία! Είναι κάποιες βασικές διατροφικές πληροφορίες που πρέπει, εξαρχής, να παρατηρεί κανείς σε μια συσκευασία τροφίμου, δηλαδή τις θερμίδες που δίνει στον οργανισμό, τα λιπαρά, κορεσμένα και ακόρεστα, τις πρωτεΐνες και τους υδατάνθρακες (κάποιοι εκ των οποίων είναι σάκχαρα), τις φυτικές ίνες και το αλάτι που περιέχει (μερικές εταιρίες το γράφουνε ως Νάτριο, οπότε και για να βρούμε το αντίστοιχο σε αλάτι πολλαπλασιάζουμε την τιμή του Νατρίου x 2,5). Αφού πληροφορηθούμε για αυτά, αναζητούμε την προέλευση του προϊόντος και την ημερομηνία λήξης ή την ένδειξη «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από» για τα τρόφιμα που μπορούν να διατηρηθούν καιρό. Ελέγχουμε, σε περίπτωση που μας ενδιαφέρει, αν φέρει σήμανση βιολογικής γεωργίας. Όλες οι παρελκόμενες σημάνσεις, καλό θα ήταν να μη μας παραπλανήσουν και να αρκεστούμε στους αριθμούς που βλέπουμε στις διατροφικές πληροφορίες, προκειμένου να βγάλουμε ένα ασφαλές συμπέρασμα. Επίσης κοιτάμε την επωνυμία και τα στοιχεία επικοινωνίας του παραγωγού ή του εισαγωγέα έτσι ώστε να γνωρίζουμε πού να απευθυνθούμε αν προκύψει κάποιο πρόβλημα ή αν χρειαστούμε επιπλέον πληροφορίες για το προϊόν. Σε ό,τι αφορά στα συστατικά, αυτά αναγράφονται κατά φθίνουσα σειρά μεγέθους του βάρους τους, το οποίο πρακτικά σημαίνει πως ό,τι βλέπουμε πρώτο στη λίστα, αυτό περιέχεται στο μεγαλύτερο ποσοστό στο τρόφιμο και ό,τι είναι προς το τέλος της λίστας είναι σε μικρότερη ποσότητα. Επίσης τα προϊόντα που περιέχουν πάνω από 0,9% γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς πρέπει να αναγράφεται, χρησιμοποιώντας αυτή ακριβώς την ορολογία. Πέραν αυτών, θα παρατηρήσουμε ότι σε μία λίστα συστατικών περιέχονται εκτός από συνήθη συστατικά, π.χ. σιτάρι, ντομάτα, γάλα, και κάποια άλλα συστατικά που εκτός του ότι είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό, δεν γνωρίζουμε και την αξία τους. Αυτά είναι τα λεγόμενα πρόσθετα τροφίμων (που συμβολίζονται και με το Ε συνοδευόμενο με έναν αριθμό) και είναι συνθετικές χημικές ενώσεις που χρησιμοποιούνται για να βελτιώσουν την ποιότητα ενός προϊόντος. Οι κατηγορίες των προσθέτων τροφίμων είναι οι εξής: - Χρωστικές (Ε100-199): χρησιμοποιούνται για να αντικαταστήσουν την απώλεια χρώματος λόγω επεξεργασίας του τροφίμου ή για να το σταθεροποιήσουν, π.χ. σε σάλτσες και αναψυκτικά. Συνηθισμένες χρωστικές είναι η κουρκουμίνη (Ε100), η κοχενίλη (Ε120) και το λυκοπένιο (Ε160d). Δεν είναι όλες οι χρωστικές συνθετικές, πολλές είναι φυσικές. - Συντηρητικά (Ε200-299): βοηθούν να μη χαλάσουν τα τρόφιμα. π.χ. τα αποξηραμένα φρούτα επεξεργάζονται με διοξείδιο του θείου (Ε220). Τα αλλαντικά, όλα ανεξαιρέτως, επεξεργάζονται με νιτρώδη και νιτρικά άλατα (Ε249 και Ε252) τα οποία στο στομάχι είναι πιθανόν να μετατραπούν σε νιτροζαμίνες, εν δυνάμει καρκινογόνες ενώσεις. Ίσως θα πρέπει να αναλογιστούμε αυτά τα δεδομένα την επόμενη φορά που θα αγοράσουμε ζαμπόν ή μπέικον. - Αντιοξειδωτικά (Ε300-399): εμποδίζουν την οξείδωση του τροφίμου, δηλαδή να έρθουν σε επαφή τα λίπη και οι βιταμίνες με τον αέρα οπότε το τρόφιμο να ταγγίσει και να χάσει το χρώμα του. Συνήθη αντιοξειδωτικά είναι το ασκορβικό οξύ (Ε300) ή αλλιώς βιταμίνη C όπως και η βουτυλική υδροξυανισόλη (BHA, Ε320-1). - Γαλακτωματοποιητές, σταθεροποιητές και πηκτικά μέσα (Ε400-499): οι γαλακτωματοποιητές όπως είναι οι λεκιθίνες βοηθούν να αναμειγνύονται τα όποια φυσιολογικά δεν θα μπορούσαν όπως το λάδι με το νερό. Και οι σταθεροποιητές βοηθούν να διατηρηθεί το αποτέλεσμα της ανάμιξης. Κοινά πηκτικά μέσα είναι η πηκτίνη (Ε440) που μπαίνει στις μαρμελάδες και το άγαρ και η καραγενάνη (Ε406-407). - Ενισχυτικά γεύσης (Ε600-699): υποτίθεται πως αναδεικνύουν τη γεύση σε γλυκά ή πικάντικα τρόφιμα χωρίς να προσθέτουν κάποια δικιά τους γεύση, στο οποίο και υπάρχει διαφωνία, μιας και αν το προσέξει κανείς, τα τρόφιμα που τα περικλείουν παίρνουν μια ίδια περίεργη γεύση, η οποία δε θεωρείται ούτε ενισχυμένη ούτε καλύτερη. Κυριότεροι πρέσβεις αυτής της ομάδας είναι το γλουταμινικό μονονάτριο ή όξινο γλουταμινικό νάτριο (Ε621) και το γουανιλινικό νάτριο (Ε627). Προστίθενται πολύ συχνά σε προϊόντα όπως σούπες, σάλτσες και λουκάνικα. Τα συγκεκριμένα πρόσθετα έχουν κατηγορηθεί πολύ για δυσμενείς επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό, χωρίς ωστόσο να έχει διασταυρωθεί η υπαιτιότητα τους. Το καλύτερο θα ήταν να αποφεύγουμε τα τρόφιμα που τα περιέχουν καθώς αφενός δεν είναι αναγκαία για αυτά όπως είναι οι γαλακτωματοποιητές και τα αντιοξειδωτικά, αφετέρου ακόμα και οι ίδιες οι εταιρίες αρχίζουν και τα αφαιρούν από τα προϊόντα τους. - Για το τέλος αφήσαμε τις γλυκαντικές ουσίες (Ε950-967): χρησιμοποιούνται αντί για ζάχαρη σε αναψυκτικά και τσίχλες και όχι μόνο. Τις τρώμε σε πολλά προϊόντα γιατί δεν θέλουμε τις αρνητικές επιπτώσεις της ζάχαρης. Αυτό που δεν σκεφτόμαστε είναι ότι τα τεχνητά αυτά γλυκαντικά μπορεί να έχουν χειρότερη επίδραση στον οργανισμό μας από τη ζάχαρη. Τα σημαντικότερα εκ των οποίων είναι η ασπαρτάμη (Ε951), το κυκλαμικό οξύ (Ε952), η σακχαρίνη (Ε954). Και τα τρία αναφερθέντα είναι φτιαγμένα στο εργαστήριο και έχουν από 100 φορές έως και 600 φορές πιο γλυκαντική δράση από τη ζάχαρη. Ας έχουμε στα υπόψη μας βέβαια, ότι τα φυσικά γλυκαντικά, π.χ. γλυκόζη, αποδομούνται από τον οργανισμό με έναν συγκεκριμένο τρόπο όντας σάκχαρα. Τα συνθετικά χημικά, που δεν έχουν καμία σχέση μορφολογικά με τα σάκχαρα, με ποιο τρόπο αποδομούνται από τον οργανισμό ως γλυκαντικά; Το παρόν άρθρο δεν έχει την πρόθεση να τρομοκρατήσει σχετικά με τα τρόφιμα που κυκλοφορούν, αλλά η λύση είναι «Παν Μέτρον Άριστον» και σωστές επιλογές. Δεν χρειάζεται ούτε να αποφύγουμε κάποια αγαπημένα προϊόντα μας αλλά ούτε και να τα υπερκαταναλώνουμε. Ανάλωση κατά προτίμηση ή και όχι, αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στις ετικέτες των συσκευασιών, αν θέλουμε να είμαστε συνειδητοποιημένοι και ενημερωμένοι καταναλωτές. |